Λεττονός

Λεττονός
ο, θηλ. -ή
βλ. Λετονός.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • Λετονός — και Λεττονός, ο, θηλ. ή ο κάτοικος τής Λετονίας ή αυτός που κατάγεται από τη Λετονία …   Dictionary of Greek

  • Σμιντ, Όττο Ιούλεβιτς — (Smidt). Λεττονός γεωλόγος και μαθηματικός (Μογκίλωφ 1891 Μόσχα 1956). Στην αρχή ασχολήθηκε με την ανώτερη άλγεβρα και ιδιαίτερα με τη θεωρία των συνόλων και το 1926 κατέλαβε την έδρα της άλγεβρας στο πανεπιστήμιο της Μόσχας. Ενδιαφέρθηκε επίσης… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”